«Ταξική πάλη», μουρμούρισε το φάντασμα. [“Lotta di classe”, mormorò lo spettro.]/ 2
Του Μάουρο Βανέτι [Mauro Vanetti]*
Μία μίνι σειρά σε δύο επεισόδια



-Έι, εσύ, μ'ακούς; Σου πετάω τη σκάλα, γάιδαρε, ξαναφεύγουμε! -Χριστέ και Κύριε, επέστρεψε ο Λέμουρος

[Στο πρώτο μέρος του κειμένου, με ξεναγό το φάντασμα του Καρλ Μαρξ περιπλανηθήκαμε στους τόπους της ταξικής πάλης, εκεί που φαίνεται ότι κάποια «μαρξιστικά» επιχειρήματα ενάντια στη μετανάστευση, όχι μόνο δεν έχουν καμία σχέση με τον μαρξισμό, αλλά πρόκειται για απάτες σε βάρος των εργαζομένων. Όλων των εργαζομένων: μεταναστών και ντόπιων. Αλλά όπως σημειώνει και ο Μάουρο Βανέτι, «ο Μαρξ και ο Ένγκελς, μπορεί να αφιέρωσαν όλη τη ζωή τους στη συγκρότηση κομμάτων, κινημάτων και διεθνών οργανώσεων των εργατών, αλλά δεν είχαν ποτέ δημόσια αξιώματα, ούτε διαχειριστές πολυκατοικίας δεν είχαν κάνει. Ο πρώτος μαρξιστής που κατέλαβε την πολιτική εξουσία ως επικεφαλής μιας επανάστασης, για περισσότερο από λίγες μέρες, ήταν ο Λένιν. Υπό αυτή την οπτική, οι απόψεις του σχετικά με το θέμα της μετανάστευσης φαίνονται πιο σχετικές για να καταλάβουμε πώς εφαρμόζεται στην πράξη ο διεθνισμός πάνω σε αυτό το ζήτημα με όρους πολιτικού προγράμματος».
 Το πρωτότυπο κείμενο φιλοξενείται στο site της συγγραφικής κολεκτίβας Wu Ming. Θα ήθελα να ευχαριστήσω και πάλι τον Μάουρο Βανέτι για όλη τη βοήθειά του και τους Wu Ming που μου έδωσαν την άδεια να δημοσιεύσω το κείμενο. Και πάλι ευχαριστώ θερμά τον Μιχάλη Καλαμαρά που μέσα στο κατακαλόκαιρο και παρά τα χίλια τραβήγματά του (ευχάριστα πάντως), βρήκε το χρόνο να επιμεληθεί το κείμενο. Ένα μεγάλο κομμάτι αυτής της δουλειάς ανήκει και σε αυτόν.

Όλες οι σημειώσεις τέλους είναι του μεταφραστή που προφανώς φέρει την αποκλειστική ευθύνη για το περιεχόμενό τους.

Nella prima puntata, lo spettro di Karl Marx ci ha portatoin volo nei luoghi della lotta di classe, dove si vede che certi discorsi “marxisti” contro l’immigrazione non solo di marxista non hanno nulla, ma sono una truffa ai danni delle lavoratrici e dei lavoratori. Di tutti i lavoratori: immigrati e autoctoni. Ma come scrive Vanetti "Marx ed Engels (...) non ebbero mai cariche pubbliche, non erano neanche consiglieri di condominio. Il primo marxista che conquistò il potere politico alla testa di una rivoluzione per più di qualche giorno fu Lenin. Da questo punto di vista, le sue opinioni sul tema dell’immigrazione sembrano più rilevanti per capire come mettere in pratica l’internazionalismo su questo tema in termini di programma politico."
Il testo originale è ospitato nel sito del collettivo Wu Ming. Ringrazio di nuovo Mauro Vanetti per tutto il suo aiuto e i Wu Ming per avermi dato il permesso di tradurre e pubblicare il testo. Ringrazio di cuore Michalis Kalamaras che in mezzo ai mille (piacevoli) impegni del suo estate frenetico, ha trovato il tempo per correggere la bozza. Un gran parte del lavoro che presentiamo gli appartiene.
Tutte le note sono del traduttore che, ovviamente, assume tutta la responsabilità per il loro contenuto.]    

  
Το πρώτο επεισόδιο εδώ.
La prima puntata qui.



Επεισόδιο δεύτερο

6. Τρίτη νύχτα

Είχε αποκτήσει κάποια οικειότητα, πλέον. Είχε ήδη βγει στο δρόμο και έστεκε ακουμπισμένος σ’ έναν τοίχο.
«Μπράβο! Πιάσου!» φώναξε το φάντασμα και πέταξε μια πολύ μακριά ανεμόσκαλα από ένα σημείο που φαινόταν σαν κουκίδα στον ουρανό. Η σκάλα ξετυλίχτηκε μέχρι που ακούμπησε σχεδόν στη γη. Παλλόταν ήρεμα μπροστά στη μύτη του Ντιέγκο.
«Κούνα τον κώλο σου!» του φώναξε με βροντερή φωνή από κει ψηλά. Ο νέος ήταν τρομοκρατημένος αλλά, με τρεμάμενο βήμα και κατεύθυνση προς τα αστέρια, ανέβηκε πάνω από τις πολυκατοικίες, πέρασε την ομίχλη και έφτασε στα πρώτα σύννεφα. Φοβόταν συνεχώς ότι θα τσακιζόταν αλλά δεν τόλμησε να μην υπακούσει τον μεγάλο φιλόσοφο που πέθανε το 1883. Τελικά, σκαρφάλωσε στην κουπαστή του ψάθινου καλαθιού και είδε τον Μαρξ να μανουβράρει τα σκοινιά και τη φλόγα του μπαλονιού για να αναχωρήσουν.
«ΟΚ. Αυτή τη φορά δεν έχει τζετ, θα ταξιδέψουμε μέρα και θα παρατηρούμε από μακριά. Μπορείς να χρησιμοποιήσεις και το κιάλι, έχει καλό ζουμ».
Ο Ντιέγκο δεν κρατήθηκε: «Αξιότιμε Λέμουρε, δάσκαλε, γιατί το αποκαλείς “τζετ”, όταν έχουμε μια πανέμορφη ιταλική λέξη, το “αεριωθούμενο”; Και γιατί “ζουμ”; “Μεγέθυνση”! Και αυτό το “ΟΚ”…»
Ο Μαρξ φούντωσε, ξαφνικά. Γούρλωσε τα μάτια κάτω από τα πυκνά βλέφαρα και έτριξε τα δόντια. Παράτησε το πιλοτάρισμα του αερόστατου.
«Πρώτον: Λέμουρο να πεις την αδερφή σου».
«Μα σημαίνει πνεύμα της νύχτας! Στα λατινικά».
«Το ξέρω! Αλλά στο Google, πλέον, βρίσκεις μόνο μαϊμούδες. Εξελίσσεται η γλώσσα, γαμώτο!».
«Κατανοητό».
«Και αυτή η μαλακία να μη χρησιμοποιείς ξένες λέξεις, πώς σου ’ρθε; Τι είναι τούτο, γλωσσική υπεράσπιση της πατρίδας; Οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα. Και αν είχες διαβάσει έστω και μισή σελίδα μου, θα ήξερες ότι βάζω μία ξένη λέξη κάθε δύο γραμμές. Αν είναι στα αγγλικά, βάζω γαλλικά. Αν είναι γερμανικά, βάζω αγγλικά. Αν είναι γαλλικά, βάζω γερμανικά. Μα γίνεται να είσαι μορφωμένος άνθρωπος του 19ου αιώνα και να μην είσαι λίγο κοσμοπολίτης; Και εσύ ζεις στον 21ο και μου κάνεις αυτές τις τσιριμόνιες! Άντε να χαθείς!»
«Συγχώρα με».
«Συγχωρεμένος. Τώρα ξαναπιάνω αυτή τη σακαράκα και μη μου τα πρήζεις. ΟΚ;».
«Εντάξει».
«Όχι! Πρέπει να πεις “ΟΚ”».
«Μα… Σε παρακαλώ… Δεν μπορώ…».
«Πες το!»
«Ο….Κ»
«Alright»

Το μπαλόνι ήταν φτιαγμένο από κόκκινο σκούρο ύφασμα, πάνω στο οποίο ξεχώριζε μια διαφημιστική επιγραφή με καλοσχηματισμένα χρυσά γράμματα του 19ου αι.: «ERMEN & ENGELS».[i]  «Μην πεις κουβέντα», μουρμούρισε ο Λέμουρος.

Πριν την αυγή, τα μισοκοιμισμένα φώτα μιας μητρόπολης διευκόλυναν τον προσανατολισμό: «Αυτή είναι η Ρώμη!» είπε ενθουσιασμένος ο Ντιέγκο. Το φάντασμα χασμουρήθηκε και κράτησε την πορεία του, αφήνοντας την πρωτεύουσα στα αριστερά του.
Κάνα δυο ώρες μετά, αφού είχαν περάσει και κάποιες άλλες πιο μικρές πόλεις, άρχισε στο βάθος να διακρίνεται μια πόλη, ρυμοτομημένη, στη μέση ενός κολάζ παραλληλόγραμμων σε διάφορες αποχρώσεις του πράσινου: χωράφια με φρούτα και λαχανικά.


«Και αυτήν την ξέρω: είναι η Λιτόρια!».[ii]
Ο Μαρξ του έριξε ένα κεραυνοβόλο βλέμμα.
 «Λατίνα! Λατίνα, ήθελα να πω…» διόρθωσε αμέσως ο Ντιέγκο.
«Ξέρεις ποιοι είναι οι Σιχ;» ρώτησε ο γέρος.
«Ένα εξωτικό δόγμα».
«Εξωτικό δε σημαίνει τίποτα. Εξωτική για σένα μπορεί να είναι και η Κορσική. Είναι μια θρησκεία από την Ινδία. Υπάρχουν περισσότεροι από είκοσι χιλιάδες Σιχ που δουλεύουν στο Άγκρο Ποντίνο, σε άθλιες συνθήκες, ακόμα και δώδεκα ώρες τη μέρα, για ένα μισθό της πλάκας. Οι ίδιοι οι επιστάτες και οι παρα-επιστάτες τούς προμηθεύουν ναρκωτικά για να διατηρούν το ρυθμό της δουλειάς στα χωράφια και στα θερμοκήπια. Ο Ένγκελς μού διηγούνταν ότι στην εποχή μας οι καπιταλιστές, πολλές φορές, χρησιμοποιούσαν παρόμοιες μεθόδους στα αγγλικά εργοστάσια».
«Αυτό είναι το αποτέλεσμα της παράνομης μετανάστευσης».
«Και ως συνήθως, κάνεις λάθος. Σχεδόν όλοι είναι νόμιμοι μετανάστες. Ο νόμος Μπόσι-Φίνι [iii] ορίζει ότι μπορεί να υπάρχει νόμιμη είσοδος μεταναστών στην Ιταλία στο πλαίσιο κάποιων καθορισμένων ροών, υπό την προϋπόθεση ότι ο μετανάστης θα έχει ήδη συμβόλαιο εργασίας πριν την αναχώρηση. Συνήθως πρόκειται για φάρσα γιατί αυτό είναι πρακτικά αδύνατο· αλλά οι φάρσες μπορούν να μετατραπούν σε τραγωδίες. Υπάρχουν στρατολόγοι που πηγαίνουν στα χωριά του Παντζάμπ και πουλούν επί πιστώσει όλο το πακέτο: κονέ με τον εργοδότη, ταξίδι, διαμονή. Οι μετανάστες χρεώνονται 4 με 8 χιλιάδες ευρώ και από εκείνη τη στιγμή βρίσκονται στο έλεος των μεσαζόντων της αγοράς εργασίας, που μπορούν να τους αναγκάσουν να δεχτούν οποιαδήποτε δουλειά για να ξεπληρώσουν το χρέος. Αυτοί οι στρατολόγοι συνδέονται με τις μαφίες που διαφεντεύουν τη λαχαναγορά και με τους επιστάτες και κρατάνε ένα μέρος του μισθού. Τα αφεντικά, που τους διώχνουν και με την ιδέα ότι θα τολμούσαν να διαμαρτυρηθούν, κατακρατούν κάποιες ακόμα χιλιάδες ευρώ σε αντάλλαγμα της ανανέωσης τους συμβολαίου, που είναι απαραίτητο για την ανανέωση της άδειας παραμονής».
«Όντως, είναι τρομερό. Αλλά, συγνώμη: αυτοί γιατί το δέχονται;».
«Ακριβώς επειδή οι ροές έχουν ρυθμιστεί! Ορίστε γιατί εξυπηρετεί τα αφεντικά να υπάρχει ο διαχωρισμός μεταξύ νόμιμων και παράνομων: δημιουργείται μια ιεραρχία. Για να τα βγάλεις πέρα και να πάρεις την άδεια, γίνεσαι έρμαιο των εκβιασμών. Και, επίσης, ποιος σου είπε ότι το δέχονται. Κοίτα κάτω».

Είχαν φτάσει στο 2016. Το αερόστατο είχε σταματήσει πάνω από μια πλατεία της Λατίνας. Ένα ρίγος ευχαρίστησης διαπέρασε τον Ντιέγκο όταν αναγνώρισε το τετράγωνο κτίριο φασιστικής αρχιτεκτονικής. Πήρε το κιάλι για να ξεχωρίσει την ανθρώπινη μάζα που συνέρρεε στην πλατεία.

Πρέπει να ήταν γύρω στις τέσσερις χιλιάδες ανθρώπους. Τι πρωτότυπο, κυριαρχούσε μια θάλασσα από κόκκινες σημαίες. Ακούγανε με πολύ προσοχή τις ομιλίες που γίνονταν πάνω σε φορτηγάκια σε κάποια ασιατική γλώσσα (ο Ντιέγκο θα σκέφτηκε, εξωτική). Ήταν σχεδόν όλοι άντρες με μελαμψά πρόσωπα, αρκετοί με μακριές μαύρες γενειάδες· πολλοί φορούσαν το καπέλο του συνδικάτου, άλλοι φορούσαν τουρμπάνια διαφόρων χρωμάτων.
«Απεργούν. Θα κερδίσουν μια αύξηση του μισθού σε πιο αξιοπρεπές επίπεδο».
«Πόσο πήγε;», ρώτησε ο Ντιέγκο με το μάτι κολλημένο στο κιάλι.
«Πέντε ευρώ την ώρα», απάντησε το φάντασμα.

7. Λένιν No Border

Ο Μαρξ και ο Ένγκελς αφιέρωσαν τη ζωή τους στη συγκρότηση κομμάτων, κινημάτων και διεθνών
οργανώσεων που εμπνέονταν, για μαντέψτε, από τον μαρξισμό. Παρ’ όλα αυτά, δεν είχαν ποτέ δημόσια αξιώματα, ούτε διαχειριστές πολυκατοικίας δεν είχαν κάνει. Ο πρώτος μαρξιστής που κατέλαβε την πολιτική εξουσία ως επικεφαλής μιας επανάστασης, για περισσότερο από λίγες μέρες, ήταν ο Λένιν. Υπό αυτή την οπτική, οι απόψεις του σχετικά με το θέμα της μετανάστευσης φαίνονται πιο σχετικές για να καταλάβουμε πώς εφαρμόζεται στην πράξη ο διεθνισμός πάνω σε αυτό το ζήτημα με όρους πολιτικού προγράμματος.
Μιας και ο φίλος μας ο Ντιέγκο τα βρίσκει με τους «εθνοπατριώτες» (τους «αριστερούς», εννοείται…) και μιας και οι εθνοπατριώτες δεν αγαπούν μόνο την ιταλική πατρίδα, αλλά πάνω απ’ όλα τη ρούσικη, υπό την καθοδήγηση του προεδρότατου Πούτιν, επισημαίνουμε ότι, συνήθως, σε αυτά τα περιβάλλοντα επιδιώκεται ένα διπλό τζακ ποτ, στρατολογώντας στις αντιμεταναστευτικές γραμμές τον κατεξοχήν συνδετικό κρίκο μεταξύ Ρωσίας και μαρξισμού: τον ίδιο τον Λένιν. Θα τίναζαν την μπάγκα, αν κατάφερναν να έχουν έναν διπρόσωπο Ιανό, ρωσότατο, να προτάξουν σε κάθε συζήτηση: είσαι δεξιός; Τσάκω έναν Πούτιν, ομοφοβικό και αντιμεταναστευτικό· είσαι αριστερός; Τσάκω έναν Λένιν, που είναι λίγο-πολύ το ίδιο.

Οφείλουμε όμως να θέσουμε ένα μικρό εμπόδιο σε αυτό το σχέδιο: την ιστορική αλήθεια.

Όπως θα είναι γνωστό, ο Λένιν συμμετείχε στη Δεύτερη Διεθνή (η πρώτη είχε διαλυθεί το 1876-77), στο εσωτερικό της οποίας αντιπροσώπευε την πιο αριστερή πτέρυγα. Συγκρούστηκε με την κυρίαρχη γραμμή της οργάνωσης, μέχρι που τα έσπασε εντελώς με τα μεγαλύτερα κόμματα που συμμετείχαν και που διέλυσαν τη Διεθνή με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η βασική αιτία της διάλυσης θα μπορούσε να περιγραφεί, με σύγχρονους όρους, ως εξής: Στον Μεγάλο Πόλεμο, το μεγαλύτερο μέρος των σοσιαλιστικών κομμάτων υιοθέτησε θέσεις εθνοπατριωτικές, υποστήριξης των αστικών τάξεων των χωρών τους ενάντια στις άλλες.

Κόντρα σε αυτό που ο Λένιν έβλεπε σαν προδοσία του μαρξιστικού διεθνισμού, ιδρύθηκε, στη συνέχεια, η Τρίτη Διεθνής, δηλαδή η Κομμουνιστική Διεθνής με έδρα τη Μόσχα.

Πολύ πριν από τη διάλυσή της, τον Αύγουστο του 1907, η Δεύτερη Διεθνής διοργάνωσε ένα παγκόσμιο συνέδριο στη Στουτγκάρδη. Ο Λένιν έγραψε μια αναφορά για το συνέδριο στην οποία διαφαίνονται οι πρόδρομοι του εθνοπατριωτικού εκφυλισμού των μεγάλων σοσιαλιστικών κομμάτων. Για παράδειγμα, ο Λένιν κατέκρινε έντονα την απόπειρα, εκ μέρους μερικών σοσιαλιστών των πιο αρπακτικών ιμπεριαλιστικών χωρών, να περάσουν ένα ψήφισμα που θα μπορούσε να δικαιολογήσει κάθε μορφή αποικιοκρατίας (ακόμα και «σοσιαλιστικής αποικιοκρατίας»).[iv]  Η προσπάθεια τους δεν ευοδώθηκε, αλλά σαν σύμπτωμα ανησύχησε πολύ τον Λένιν: 

«Η ψηφοφορία πάνω στο αποικιακό πρόβλημα έχει πολύ μεγάλη σημασία. Πρώτο, αποκαλύφθηκε εδώ εξαιρετικά ανάγλυφα ο σοσιαλιστικός οπορτουνισμός που υποκύπτει εύκολα στην αστική διαφθορά. Δεύτερο, εκδηλώθηκε εδώ ένα αρνητικό χαρακτηριστικό γνώρισμα του ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος που μπορεί να φέρει όχι μικρή ζημιά στην υπόθεση του προλεταριάτου και που για αυτό αξίζει σοβαρά να προσεχτεί». [v] 

Ένα άλλο ζήτημα πάνω στο οποίο προέκυψαν συγκεχυμένες θέσεις, που σε αυτή την περίπτωση ηττήθηκαν με μεγάλη πλειοψηφία, ήταν το γυναικείο, και ειδικότερο το ζήτημα της ψήφου: μια μειοψηφική θέση υποστήριζε, στη βάση κάποιων τακτικίστικων σοφισμάτων, ότι έπρεπε πρώτα να παλέψουν για το ανδρικό δικαίωμα ψήφου και έπειτα για το γενικό. Το επισημαίνουμε για να θυμίσουμε ότι στην ιστορία του σοσιαλιστικού και κομμουνιστικού κινήματος ποτέ δεν απαξιώθηκε ο αγώνας για τα περιβόητα πολιτικά δικαιώματα, η υποτίμηση των οποίων είναι ένα από τα δυνατά χαρτιά του Ντιέγκο.
Αλλά υπάρχει ένα ενδιαφέρον απόσπασμα της αναφοράς του Λένιν που αφορά, ακριβώς, τη μετανάστευση των εργαζομένων. Πράγματι, από το Σοσιαλιστικό Κόμμα των Η.Π.Α. (που τα είχε κάνει πλακάκια με τους Αυστραλούς και τους Ολλανδούς στο προηγούμενο συνέδριο) τέθηκε μια πρόταση αυτού του ύφους: «Να παλέψουμε με όλα τα διαθέσιμα μέσα τη σκόπιμη εισαγωγή ξένων εργατικών χεριών, που είναι σχεδιασμένη για να ρίξει το επίπεδο ζωής της εργατικής τάξης και για να καθυστερήσει την τελική πραγματοποίηση του σοσιαλισμού».
Ο Αμερικανός σύνεδρος Χίλκετ [Moris Hillquit] υπερασπίστηκε την πρόταση για περιορισμό της μετανάστευσης, βάζοντάς τα κυρίως με τους Κινέζους και με άλλους λιγότερο βιομηχανοποιημένους λαούς «που δεν είναι σε θέση να αφομοιωθούν με τους εργαζόμενους στις χώρες υποδοχής». Είναι οι ίδιες ανοησίες που ακούμε και σήμερα για τους Αφρικανούς και τους μουσουλμάνους που δεν μπορούν να «ενταχθούν». Αυτή η άθλια πρόταση δεν πέρασε. Να τι γράφει για αυτήν ο Λένιν:

«Θα πούμε λίγα λόγια σχετικά με την απόφαση για τον εκπατρισμό και τη
μετανάστευση. Και στο ζήτημα αυτό στην επιτροπή έγινε προσπάθεια να υποστηριχτούν οι στενές συντεχνιακές απόψεις και ν’ απαγορευτεί η μετανάστευση εργατών από τις καθυστερημένες χώρες (των κούληδων από την Κίνα κτλ.). Είναι ακριβώς το ίδιο πνεύμα του αριστοκρατισμού μέσα στους προλετάριους μερικών “πολιτισμένων” χωρών, που βγάζουν ορισμένα κέρδη από την προνομιακή θέση τους και γι’ αυτό έχουν την τάση να ξεχνάνε τις απαιτήσεις της διεθνούς ταξικής αλληλεγγύης. Μέσα στο ίδιο το συνέδριο δεν βρέθηκαν υπερασπιστές αυτής της συντεχνιακής και μικροαστικής στενότητας αντιλήψεων. Η απόφαση ανταποκρίνεται απόλυτα στις απαιτήσεις της επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας». [vi]

Ουπς! Μα αυτό είναι ακριβώς το αντίθετο από αυτό που λέει ο Ντιέγκο, σύμφωνα με τον οποίο «η χαζοχαρούμενη και παγκοσμιοποιημένη αριστερά» είναι μικροαστική και μακριά από το προλεταριάτο και γι’ αυτό υπερασπίζεται τους μετανάστες! Σύμφωνα με τον Λένιν, υποταγμένοι στην ιδεολογία και στα συμφέροντα των αστών ήταν αυτοί που έριχναν τη μετανάστευση στο πυρ το εξώτερον. Επιπλέον: σύμφωνα με τον Λένιν, το γεγονός ότι μεταξύ των εργατών της Δύσης διαδιδόταν η απαίτηση να σταματήσει η μετανάστευση ήταν ένα ακόμα δείγμα ότι η μπουρζουαζία είχε «εξαγοράσει» ένα προνομιούχο στρώμα της εργατικής τάξης.
Η πολεμική με τους Αμερικάνους σοσιαλιστές δεν κόπασε τα επόμενα χρόνια. Παρά τις αποφάσεις της Στουτγκάρδης και παρά τις διαμαρτυρίες των Γιαπωνέζων σοσιαλιστών, το Αμερικάνικο Σοσιαλιστικό Κόμμα επέμεινε στην γραμμή της «αριστερής ξενοφοβίας». Σε μια επιστολή προς μια ομάδα Αμερικάνων συντρόφων, το 1915, ο Λένιν έγραφε:

«Στον αγώνα για τον αληθινό διεθνισμό και ενάντια στον “τζίνγκο-σοσιαλισμό” εμείς επισημαίνουμε πάντα στον τύπο μας το ρόλο των οπορτουνιστών ηγετών του ΣΚ (S.P.) της Αμερικής που είναι υπέρ του περιορισμού της μετανάστευσης των Κινέζων και Ιαπώνων εργατών (ιδιαίτερα μετά το Συνέδριο της Στουτγκάρδης του 1907 και παρά τις αποφάσεις του). Έχουμε τη γνώμη ότι δεν μπορεί να είναι κανείς διεθνιστής και ταυτόχρονα να είναι υπέρ αυτών των περιορισμών. Υποστηρίζουμε ότι, αν οι Αμερικανοί σοσιαλιστές, και ιδιαίτερα οι Άγγλοι σοσιαλιστές, που ανήκουν σ’ ένα έθνος, το οποίο κυβερνά και καταπιέζει άλλα έθνη, δεν είναι ενάντια σε οποιουσδήποτε περιορισμούς της μετανάστευσης και ενάντια στην κατοχή αποικιών (νησιά Χαβάι), αν δεν υποστηρίζουν την πλήρη ανεξαρτησία των αποικιών, αυτοί οι σοσιαλιστές είναι στην πραγματικότητα “τζίνγκο”». [vii]

Με τον όρο «τζινγκοϊσμός» εννοείται μια μορφή άγριου και πολεμοχαρούς εθνικισμού. Τους «τζίνγκο-σοσιαλιστές» θα τους αποκαλούσαμε στις μέρες μας φαιοκόκκινους. [viii]
Ο Λένιν καταπιάνεται με το ζήτημα πολλές φορές στα γραπτά του. Το 1913 γράφει ένα σύντομο άρθρο κυρίως για τη μετανάστευση στην Αμερική, αλλά μιλάει και για τις μεταναστεύσεις εργαζομένων γενικά. Μια επιχειρηματολογία που συχνά χρησιμοποιείται από του ξενόφοβους είναι ότι η σύγχρονη αντικαπιταλιστική αριστερά δεν αντιλαμβάνεται ότι, στις μέρες μας, είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός που προκαλεί και ρυθμίζει τη μετανάστευση. Προφανώς, το αντιλαμβανόμαστε· το θέμα είναι ότι αυτό από μόνο του δεν αποτελεί κριτήριο για να αποφασίσουμε με ποιους θα πάμε. Ορίστε, από την άλλη, πώς θέτει το ζήτημα ο Λένιν:
«Ο καπιταλισμός δημιούργησε μια ιδιαίτερη κατηγορία μετανάστευσης των λαών. Οι γρήγορα αναπτυσσόμενες χώρες στο βιομηχανικό τομέα, χρησιμοποιώντας περισσότερες μηχανές, εκτοπίζοντας τις καθυστερημένες χώρες από την παγκόσμια αγορά, ανεβάζουν το μισθό εργασίας πάνω από το μέσο επίπεδο και προσελκύουν μισθωτούς εργάτες από τις καθυστερημένες χώρες.
[…] Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μόνο η εξαιρετική φτώχια αναγκάζει τους ανθρώπους να εγκαταλείπουν την πατρίδα, ότι οι καπιταλιστές εκμεταλλεύονται με τη μεγαλύτερη ασυνειδησία τους εργάτες-μετανάστες. Αλλά μόνο αντιδραστικοί μπορούν να κλείνουν τα μάτια στην προοδευτική σημασία της σύγχρονης αυτής μετανάστευσης των λαών. Λυτρωμός από τον ζυγό του κεφαλαίου δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρξει, χωρίς την παραπέρα ανάπτυξη του καπιταλισμού, χωρίς την ταξική πάλη στη βάση του καπιταλισμού. Και σ’ αυτήν ακριβώς την πάλη τραβάει ο καπιταλισμός τις εργαζόμενες μάζες όλου του κόσμου, αναταράζοντας τη μουχλιασμένη κι απονεκρωμένη τοπική ζωή, εξαλείφοντας τους εθνικούς φραγμούς και προλήψεις, συνενώνοντας τους εργάτες όλων των χωρών σε τεράστιες φάμπρικες και μεταλλεία της Αμερικής, της Γερμανίας κτλ». [ix]

Αναμφίβολα, είναι ένα σκεπτικό πολύ πιο σύνθετο από τα ρατσιστικά memes και τα ποστ του Σαλβίνι: είναι διαλεκτικό. Ο Λένιν λέει τη ίδια στιγμή ότι ο εκπατρισμός είναι τρομερός, ότι η μετανάστευση αποτελεί για τα αφεντικά μια άθλια ευκαιρία για μπίζνες· συγχρόνως, υποστηρίζει ότι η μετανάστευση έχει προοδευτικό χαρακτήρα, ακόμα και επαναστατικό. Και πώς αποκαλεί αυτούς που απορρίπτουν αυτήν την αλήθεια; Αντιδραστικούς. Δηλαδή, αυτούς που στις μέρες μας θα αποκαλούσαμε φασίστες ή κάτι παρόμοιο.


En passant, παρατηρούμε ότι και σύμφωνα με τον Λένιν ο καπιταλισμός καθορίζει τη μετανάστευση, αλλά όχι με τη μορφή μιας διεθνούς συνομωσίας, εξαπατώντας τους μετανάστες που αν «ήξεραν τη αλήθεια» θα έμεναν σπίτια τους: πολύ απλά, οι μισθολογικές διαφορές ωθούν μάζες προλετάριων να μετακινηθούν από τη μία χώρα στην άλλη, σύμφωνα με ορθολογικό υπολογισμό.
Και τι να πούμε για τα εθνικά σύνορα; Αυτό το θέμα των συνοριοφυλάκων και των τελωνειακών παθιάζει τον Ντιέγκο. Θέλετε να μας πείτε ότι ο Λένιν ήταν κάνα «no border» φρικιό, κάνας κοσμοπολίτης, για τον οποίο τα σύνορα είναι φαντασιακές γραμμές χωρίς καμία σημασία; Όχι ακριβώς, αλλά κοντά είστε:
«Η αστική τάξη διεγείρει τους εργάτες ενός έθνους ενάντια στους εργάτες του άλλου έθνους, προσπαθώντας να τους διαιρέσει. Οι συνειδητοί εργάτες, κατανοώντας ότι είναι αναπόφευκτο και προοδευτικό το σπάσιμο όλων των εθνικών φραγμών που βάζει ο καπιταλισμός, προσπαθούν να βοηθήσουν τη διαφώτιση και την οργάνωση των συντρόφων τους που προέρχονται από τις καθυστερημένες χώρες».[xii]
Το φινάλε μπορεί να φαίνεται λίγο πατερναλιστικό προς τους εργάτες των πιο φτωχών χωρών, αλλά, στην πραγματικότητα, μόνο λίγες γραμμές πιο πάνω, ο ίδιος ο συγγραφέας εξηγεί πως κάποιες φορές είναι οι μετανάστες που δίνουν στους ντόπιους πολύτιμα μαθήματα ταξικής πάλης.
«Οι εργάτες που είχαν πάρει μέρος σε διάφορες απεργίες στη Ρωσία, έμπασαν και στην Αμερική ένα πνεύμα τολμηρότερων, επιθετικότερων, μαζικότερων απεργιών». [xiii]
Αυτό ακούγεται πολύ κοντινό στην ιταλική εμπειρία των τελευταίων χρόνων, όπου από τη μια πλευρά οι ξένοι ενσωματώθηκαν αλματωδώς στα συνδικάτα και στους αγώνες των Ιταλών εργαζομένων και από την άλλη σε μια σειρά περιπτώσεις (κυρίως στoν αγροτικό τομέα και στις μεταφορές) αντιπροσωπεύουν την αιχμή του δόρατος σε αγώνες ιδιαίτερα σκληρούς και συγκρουσιακούς.
Ο Λένιν επιστρέφει στο ζήτημα το 1916, όταν γράφει ένα από τα αριστουργήματα του, το Ο Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού. Στο κείμενο επιβεβαιώνει ότι, αν σε μια προηγούμενη φάση του καπιταλισμού οι μεταναστεύσεις εργατικής δύναμης (με εξαίρεση το εμπόριο των σκλάβων) είχαν ως αφετηρία, κυρίως, την Ευρώπη, στην ιμπεριαλιστική φάση γίνεται όλο και πιο σημαντική η εισαγωγή εργατικών χεριών από τις αποικίες και από τις πιο φτωχές χώρες. Ο ιμπεριαλισμός εξάγει στις αποικίες κεφάλαιο και στρατό και εισάγει πρώτες ύλες και εργαζόμενους:
«Στον αριθμό των ιδιομορφιών του ιμπεριαλισμού, που συνδέονται με τον κύκλο των φαινομένων που περιγράφουμε, ανήκει η μείωση της μετανάστευσης από τις ιμπεριαλιστικές χώρες και η αύξηση της εγκατάστασης (του ερχομού εργατών και της μετοίκησης) σ’ αυτές τις χώρες από τις πιο καθυστερημένες χώρες, όπου ο μισθός εργασίας είναι κατώτερος. […] Στη Γαλλία “σημαντικό μέρος” των εργατών της βιομηχανίας μεταλλείων είναι ξένοι: Πολωνοί, Ιταλοί, Ισπανοί. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι μετανάστες από την Ανατολική και τη Νότια Ευρώπη δουλεύουν σε θέσεις που πληρώνονται χειρότερα, ενώ οι Αμερικάνοι εργάτες δίνουν το μεγαλύτερο ποσοστό των προσώπων που αναδεικνύονται σε επιστάτες ή πιάνουν τις θέσεις που πληρώνονται καλύτερα. Ο ιμπεριαλισμός έχει την τάση να ξεχωρίζει και ανάμεσα στους εργάτες προνομιούχες κατηγορίες και να τις αποσπά από την πλατιά μάζα του προλεταριάτου».[xiv]
Η κριτική του Λένιν είναι αντεστραμμένη σε σχέση με εκείνη που συχνά ακούμε, σύμφωνα με την οποία η μετανάστευση έχει δημιουργήσει ένα στρώμα σχεδόν-σκλάβων, αποκολλημένο από τη μάζα των εργαζομένων. Αντίθετα, λέει ότι το ανησυχητικό φαινόμενο είναι ο σχηματισμός ενός προνομιούχου στρώματος ντόπιων εργαζομένων που κοιτάει αφ’ υψηλού τους υπόλοιπους, μεταξύ των οποίων και τους μετανάστες. Στις μέρες μας, αυτή η ανάλυση πρέπει να επανεξεταστεί λόγω της αποαποικιοποίησης, της μεγάλης αριθμητικής αύξησης του δυτικού προλεταριάτου, της προλεταριοποίησης των μεσαίων και υπαλληλικών στρωμάτων. Παραμένει, παρ’ όλα αυτά, ενδεικτική της λενινιστικής προσέγγισης: το πρόβλημα δεν είναι οι μετανάστες και τα χαμηλά στρώματα της τάξης, το πρόβλημα είναι η απόσπαση των υψηλών στρωμάτων και αυτοί που θέλουν να τα εκπροσωπήσουν πολιτικά.
Ο επόμενος χρόνος από την έκδοση του βιβλίου για τον ιμπεριαλισμό είναι το 1917, η χρονιά των δύο επαναστάσεων. Ο Λένιν στην αρχή του 1917 είναι εξόριστος και στο τέλος του αρχηγός της κυβέρνησης της Σοβιετικής Ρωσίας. Αξίζει να δούμε συγκεκριμένα πώς οι ιδέες του περί μετανάστευσης γειώθηκαν στην πραγματικότητα.
Φυσικά, η Ρωσία μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, συγκλονισμένη από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά από τον εμφύλιο, μέσα στη δίνη κάθε είδους αντεπαναστατικών σχεδίων και με γιγαντιαία οικονομικά προβλήματα, δεν αποτελούσε και χώρα προορισμού για μεγάλες μεταναστευτικές ροές. Βέβαια, ήταν πολλοί αυτοί που εκπατρίστηκαν: μέλη της αριστοκρατίας και της μεγαλοαστικής τάξης που ξέφευγαν από την επανάσταση, απελευθερωμένοι αιχμάλωτοι πολέμου, πολιτικοί αντίπαλοι και οικονομικοί μετανάστες με ποικίλο υπόβαθρο. Παρ’ όλα αυτά, πέρα από κάποιες εξαιρέσεις λόγω πολιτικών-στρατιωτικών αναγκών, η πολιτική στα πρώτα χρόνια –δηλαδή πριν τον σταλινισμό- ήταν η εφαρμογή του μπολσεβίκικου προγράμματος κατάργησης των ελέγχων και των διαβατηρίων τόσο στο εσωτερικό (ένα από τα πιο μισητά μέτρα του τσάρου που επανέφερε ο Στάλιν το 1932) όσο και στο εξωτερικό.
Το Σύνταγμα της Ρωσικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Σοβιετικής Δημοκρατίας του 1918 είναι, πέρα και ίσως πάνω από μια νομοθετική πράξη, ένα πολιτικό ντοκουμέντο που εκφράζει τις μακροπρόθεσμες προθέσεις και τις βασικές αρχές του νέου καθεστώτος. Πάνω στο ζήτημα της μετανάστευσης εκφράζει θέσεις ριζοσπαστικού ανοίγματος των συνόρων:
«Άρθρο 20. Απορρέουσα από την ιδέα της αλληλεγγύης των εργατών όλων των εθνών, η Ρ.Ο.Σ.Σ.Δ., χορηγεί όλα τα πολιτικά δικαιώματα των Ρώσων πολιτών και στους αλλοδαπούς που εργάζονται στο έδαφος της Ρωσικής Δημοκρατίας και ανήκουν στην τάξη των εργατών ή των αγροτών που δεν ζουν από ξένη εργασία. Παρέχει επίσης στα κατά τόπους Σοβιέτ, την εξουσία να παραχωρούν στους αλλοδαπούς χωρίς άλλη διατύπωση, τα δικαιώματα του Ρώσου Πολίτη.
Ρ.Ο.Σ.Σ.Δ.,
»Άρθρο 21. Η Ρ.Ο.Σ.Σ.Δ. χορηγεί δικαίωμα ασύλου σε κάθε αλλοδαπό, διωκόμενο για πολιτικά ή θρησκευτικά αδικήματα.
»Άρθρο 22. Η Ρ.Ο.Σ.Σ.Δ. αναγνωρίζοντας ισότητα δικαιωμάτων στους πολίτες, ανεξαρτήτως φυλής ή εθνικότητας, διακηρύττει ότι αντιτίθεται στους θεμελιώδεις νόμους της Δημοκρατίας, η απονομή ή η ανοχή προνομίων ή πλεονεκτημάτων σε οποιονδήποτε, στηριζόμενων στις ανωτέρω βάσεις, καθώς και κάθε καταπίεση των εθνικών μειοψηφιών ή περιορισμός των δικαιωμάτων αυτών».[xv]
Επομένως: στο άρθρο 20, ελεύθερη μετανάστευση και υπηκοότητα για όλους· στο άρθρο 21, δικαιώματα σε όλους τους πρόσφυγες· στο άρθρο 22, απόλυτη απαγόρευση των διακρίσεων με βάση το έθνος και τη φυλή. Ένα κόμμα της αριστεράς τόσο λενινιστικό που να έχει στο πρόγραμμά του αυτά τα στοιχεία θα κατηγορούνταν από τον Ντιέγκο ότι είναι υποταγμένο στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό. Πόσες επαναστάσεις έχει κάνει ο Ντιέγκο; Καμία; Οπότε, καλύτερα, ας εμπιστευθούμε τον Οκτώβρη.

8. Η τελευταία νύχτα

Ήλπιζε σε ένα ελικόπτερο, ένα υδροπλάνο, ένα διαστημόπλοιο. Αλλά εκείνη τη νύχτα το φάντασμα
του Καρλ Μαρξ δεν επέστρεψε. Ο Ντιέγκο γύρισε σπίτι του, κάπως απογοητευμένος και κοιμήθηκε όλη τη νύχτα.
Το πρωί ήταν ακόμα αναστατωμένος. Του ήρθε η όρεξη να ξαναπιάσει κάνα κείμενο, να μελετήσει. Ίσως είχε έρθει η στιγμή να αλλάξει.
Η ανάμνηση όμως του φαντάσματος ήδη είχε αρχίσει να χάνεται. Όλα όσα είχαν συμβεί του φαίνονταν εξωπραγματικά και ανεξήγητα. Δεν μπορεί να είχαν συμβεί στ’ αλήθεια, ούτε τα ταξίδια με το πνεύμα του Μαρξ ούτε όλοι αυτοί οι αγώνες από αλλοδαπούς, από ξεριζωμένους υπερσκλάβους, από μαριονέτες του μπουρζουάδικου κοσμοπολιτισμού· και έπειτα, τι γύρευαν εκεί μες στη μέση, στα χωράφια και στα εργοστάσια, οι σημαίες της χαζοχαρούμενης αριστεράς που νοιάζεται μόνο για τους γκέι και για τα δικαιώματα; Αδύνατο, απατηλό, ψέμα.
Σκέφτηκε, πάντως, ότι θα μπορούσε να ελέγξει στο ίντερνετ μία προς μία τις ιστορίες, για να δει αν ήταν αληθινές, τι έκρυβαν, τι συνέβη μετά· για να ψάξει στις εφημερίδες αν συνέβησαν και σε άλλους τομείς της οικονομίας, με άλλα αιτήματα, και με δεσμούς με τους Ιταλούς, ποιος τους στήριξε κτλ.
Αλλά συνέβη κάτι άλλο: έλαβε ένα μήνυμα στο κινητό από κάποιον «Αντριάνο CasaPound». [xvi] Έλεγε: «Την είδες την ιστορία με τον αράπη στο Ροζάνο; Άντε, γράψε κάτι για το Primato». [xvii]
Πιάνοντας το κινητό από το κομοδίνο, είδε ότι ήταν πάνω σε ένα σωρό από λογαριασμούς: φως, φυσικό αέριο, ίντερνετ… Το συμβόλαιο με το πανεπιστήμιο των καθολικών λήγει τον Σεπτέμβρη.
Απάντησε: «Το γράφω εντός της ημέρας».
«Ωραία, καμεράτα. [xviii]  Νόμπις!», [xix] απάντησε ο Αντριάνο.
Ο Ντιέγκο κούνησε το κεφάλι για να φύγουν οι κακές σκέψεις.
Ένα στοιχειό ήταν μόνο, ένα στοιχειό.

9. Η «παλιά καλή αριστερά» σας βρωμούσε το ίδιο

Θα ήταν αδύνατο να ανατρέξουμε σε όλη την ιστορία της παγκόσμιας αριστεράς, εξετάζοντας κάθε βαθμό συνέπειας και αντικαπιταλισμού, για να ανακαλύψουμε πού και πότε είχε ηγεμονεύσει σε κάποιο κόμμα, συνδικάτο ή κίνημα μια θέση για το μεταναστευτικό ανάλογη με αυτή του Ντιέγκο.
Από την έρευνα προκύπτει ότι μπορούμε να αποκλείσουμε ότι τέτοια ήταν η περίπτωση του Μαρξ, του Λένιν και των συνοδοιπόρων τους. Στο κομμάτι για τον Λένιν είδαμε, όμως, ότι εκφυλισμένες αντιμεταναστευτικές θέσεις έσκαγαν, εδώ κι εκεί, στο παγκόσμιο σοσιαλιστικό-κομμουνιστικό κίνημα, αναγκάζοντας τους υπόλοιπους να δίνουν θεωρητικές μάχες για την υπεράσπιση των θεμελιωδών ιδεών του διεθνισμού. Ακόμα και η Τρίτη Διεθνής που ιδρύθηκε από τον Λένιν και τον Τρότσκι, στην οποία προσχώρησαν ο Γκράμσι και ο Μπορντίγκα, είχε τα ζητηματάκια της. Στο 4ο Συνέδριο, το 1922, οι τριτοδιεθνιστές συζητούν το «Ανατολικό ζήτημα», έκφραση με την οποία εκείνη την εποχή εννοούνταν αυτό που θα μπορούσαμε να ορίσουμε σαν «αποικιακό ζήτημα» ή «ζήτημα του Τρίτου Κόσμου».
Όπως και κάποια χρόνια πριν στα συνέδρια της Δεύτερης Διεθνούς, οι χώρες στις οποίες η αριστερά είχε κυρίως μολυνθεί από τον ξενοφοβικό ιό ήταν οι πιο πλούσιες χώρες που έβλεπαν τους ωκεανούς: Μεγάλη Βρετανία, Καναδάς, Η.Π.Α., Αυστραλία, Ιαπωνία. Για κοινωνικούς, πολιτισμικούς, ιστορικούς και πιο πεζούς γεωγραφικούς λόγους –είναι πιο εντυπωσιακό το θέαμα των καραβιών που, όπως και σήμερα οι βάρκες και τα σωστικά πλοία στη Μεσόγειο, οργώνουν τους ωκεανούς και φέρνουν ανθρώπους από πιο μακρινά μέρη, σε σχέση με τις μεταναστεύσεις στη στεριά– σε αυτές τις χώρες τα συνδικάτα και η πιο επιρρεπής στον ρεφορμισμό αριστερά πρότειναν διάφορους τρόπους περιορισμού ή μπλοκαρίσματος της μετανάστευσης, πολλές φορές εκλεκτικά εναντίον κάποιων πιο «βάρβαρων» χωρών.
Το θέμα συζητήθηκε ζωηρά στη συνεδρίαση «Τα καθήκοντα του προλεταριάτου στον Ειρηνικό»:
«Ενόψει των επερχόμενων κινδύνων, τα Κομμουνιστικά Κόμματα των ιμπεριαλιστικών χωρών (Αμερική, Ιαπωνία, Βρετανία, Αυστραλία, Καναδάς) δεν πρέπει απλώς να διαδώσουν τη αντιπολεμική τους προπαγάνδα, αλλά πρέπει να κάνουν το καθετί προκειμένου να εξαλείψουν τους παράγοντες που αποδιοργανώνουν το εργατικό κίνημα στις χώρες τους και καθιστούν πιο εύκολη για τους καπιταλιστές την εκμετάλλευση των εθνικών και φυλετικών ανταγωνισμών.
»Αυτοί οι παράγοντες είναι το μεταναστευτικό ζήτημα και το ζήτημα των φτηνών έγχρωμων εργατικών χεριών.
»Το μεγαλύτερο μέρος των έγχρωμων εργαζομένων που ήρθαν από την Κίνα και την Ινδία για να δουλέψουν στις φυτείες ζαχαροκάλαμου στη νότια πλευρά του Ειρηνικού στρατολογείται ακόμα με το σύστημα της επί συμβάσει δουλείας. [xx] Αυτό το γεγονός οδήγησε τους εργαζόμενους των ιμπεριαλιστικών χωρών να διεκδικήσουν την εισαγωγή νόμων εναντίον της μετανάστευσης και των έγχρωμων εργατών, τόσο στην Αμερική όσο και στην Αυστραλία. Αυτοί οι περιοριστικοί νόμοι βαθαίνουν τον ανταγωνισμό μεταξύ έγχρωμων και λευκών εργατών, κάτι που διαιρεί και αποδυναμώνει την ενότητα του εργατικού κινήματος.
»Τα Κομμουνιστικά Κόμματα της Αμερικής, του Καναδά, της Αυστραλίας πρέπει να διεξάγουν μια έντονη καμπάνια εναντίον των νόμων που περιορίζουν τη μετανάστευση και πρέπει να εξηγήσουν στις προλεταριακές μάζες αυτών των χωρών ότι τέτοιοι νόμοι, φουντώνοντας το ρατσιστικό μίσος, μακροπρόθεσμα θα στραφούν εναντίον τους.
»Οι καπιταλιστές είναι εναντίον αυτών των περιοριστικών νόμων επειδή σκοπεύουν στην εισαγωγή έγχρωμων και φτηνών εργατικών χεριών, και μέσω αυτού, στο χαμήλωμα των μισθών των λευκών εργαζομένων. Η πρόθεση των καπιταλιστών να περάσουν στην επίθεση μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με έναν τρόπο: οι μετανάστες εργάτες πρέπει να περάσουν στις γραμμές των υπαρχόντων συνδικάτων των λευκών εργαζομένων. Συγχρόνως, πρέπει να τεθεί το αίτημα της αύξησης του μισθού των έγχρωμων στο ίδιο επίπεδο με αυτόν των λευκών εργαζομένων. Μια τέτοια κίνηση εκ μέρους των Κομμουνιστικών Κομμάτων θα αποκαλύψει τις επιδιώξεις των καπιταλιστών και την ίδια στιγμή θα δείξει ξεκάθαρα στους έγχρωμους εργαζόμενους ότι το διεθνές προλεταριάτο δεν έχει ρατσιστικές προκαταλήψεις». [xxi]
Το σύστημα της επί συμβάσει δουλείας μοιάζει πολύ με τις συμβάσεις που οι Σιχ μετανάστες του Άγκρο Ποντίνο συνάπτουν με τους μεσάζοντες της αγοράς εργασίας (που αναδύουν έντονα αρώματα από μαφία, νταβατζιλίκι, τρομοκρατία και μαύρη εργασία), όχι εκατό χρόνια πριν, αλλά στις μέρες μας. Όμως, ποιος ξέρει αν ο Ντιέγκο έχει ακούσει κάτι για αυτό…
Συνοψίζοντας, από τα τέλη της δεκαετίας του ’20 υπήρξαν ο σταλινισμός, τα λαϊκά μέτωπα, οι «λαϊκές δημοκρατίες», η αποαποικιοποίηση, ο μαοϊσμός, διάφορα επαναστατικά κινήματα, περισσότερο ή λιγότερο εκλεκτικιστικά, η μεταμόρφωση πολλών κομμουνιστικών κομμάτων από επαναστατικές λενινιστικές πρωτοπορίες σε μαζικά κόμματα, βολεμένα με τον καπιταλισμό. Η θεωρητική συνάφεια με τα παραδείγματα που βρήκαμε μέχρι τώρα έχει χαλαρώσει. Αυτό, όμως, δεν αναιρεί το γεγονός ότι, σε γενικές γραμμές, ποτέ δεν υιοθετήθηκαν οι σημερινές αντιμεταναστευτικές θέσεις που υπερασπίζονται οι λεγόμενοι μαρξιστές εθνοπατριώτες, όπως ο Ντιέγκο.
Πάολο Τσινάνι
Για παράδειγμα, παρουσιάζουμε τον Πάολο Τσινάνι [Paolo Cinanni] (1916-1988). Μαχητής της
αντίστασης, καθοδηγητής αγροτικών αγώνων μετά τον πόλεμο, ο Τσινάνι ήταν ένας διανοούμενος του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος με μια προβληματική σχέση με το Κόμμα. Ίδρυσε με τον Κάρλο Λέβι την Ιταλική Ομοσπονδία Μεταναστών Εργαζομένων και Συγγενών [ΙΟΜΕΣ]. [xxii]  Στο πλαίσιο της ΙΟΜΕΣ γεννήθηκε η πιο σημαντική θεωρητική εργασία του, Μετανάστευση και ιμπεριαλισμός. Αναφέρουμε τον Τσινάνι γιατί ένας φίλος του Ντιέγκο, που τον είχε πετύχει σε ένα σχόλιο ενός αντι-ευρώ μπλογκ, τον επικαλέστηκε σε μια χαμηλού επιπέδου πολεμική στο Twitter.
Η εργαλειακή χρήση του συγγραφέα, όπως και πολλών άλλων, για την υποστήριξη των κλειστών συνόρων αποτελεί υπόδειγμα μιας παιδαριώδους μεθόδου: παίρνουν ένα μέρος της ανάλυσης και αφήνουν να εννοηθεί ότι συνεπάγεται μια πράξη παρόμοια… με του Σαλβίνι.
Αυτή η προσέγγιση είναι ιδιαίτερα εξοργιστική και ασεβής σε βάρος αγωνιστών συγγραφέων, όπως ο Τσινάνι, που έχουν γράψει απολύτως ξεκάθαρα ποιες πολιτικές πράξεις ταιριάζουν κατά τη γνώμη τους με τις αναλύσεις τους. Για παράδειγμα, πρέπει να είναι εντελώς απατεώνας ένας εθνοπατριώτης για να μπορεί να τσιτάρει αυτό το απόσπασμα ως υποστηρικτικό των θέσεών του:
«Ο εκπατρισμός γεννάει, πράγματι, παρακμή και αυτή προκαλεί νέο εκπατρισμό, σε μια σπειροειδή διαδικασία που προκαλεί ασφυξία στις περιοχές καταγωγής των μεταναστών. Το μοναδικό εμπόρευμα που συνεχίζουν να παράγουν είναι η εργατική δύναμη, αλλά με τη φυγή της δεν χάνουν μόνο όσα δαπάνησαν για την εκπαίδευσή της –όλο και πιο ειδικευμένη και γι’ αυτό πιο ακριβή–, αλλά χάνουν κυρίως την υπεραξία που αυτή παράγει στις περιοχές και τις χώρες που απασχολείται, σε συνθήκες ακραίας εκμετάλλευσης».
«Βλέπεις; Βλέπεις;!» ενθουσιάζεται ο Ντιέγκο, «ο Τσινάνι μας λέει ότι η μετανάστευση είναι κακό πράγμα και προκαλεί εκμετάλλευση».
Ας δώσουμε ένα χαμομήλι στον Ντιέγκο και ας του εξηγήσουμε ότι δε χρειαζόταν να μας το πει ο Τσινάνι· με όλο το σεβασμό, όλοι έχουμε συγγενείς που μετανάστευσαν και κατά κανόνα θα προτιμούσαν να το αποφύγουν. Αλλά κυρίως έχουμε μπροστά στα μάτια μας την άθλια κατάσταση των ιταλικών επαρχιών με πολλούς εκπατρισμένους (προς το εσωτερικό και το εξωτερικό), κυρίως στο Νότο και στα νησιά.
Αυτό που λέει ο Τσινάνι είναι ότι η μετανάστευση φτωχαίνει τις χώρες καταγωγής προς όφελος των χωρών προορισμού, δηλαδή, στις μέρες μας, αποσπά οικονομικούς πόρους από τις χώρες καταγωγής προς όφελος των Ιταλών αφεντικών. Ο Τσινάνι υποστηρίζει, δηλαδή, ότι η μετανάστευση είναι ένα οικονομικό προνόμιο των πιο πλούσιων χωρών, δηλαδή ακριβώς το αντίθετο από αυτό που λένε οι ξενόφοβοι, σύμφωνα με τους οποίους οι μετανάστες φτωχαίνουν την Ιταλία. Έρχεται κιόλας να υποστηρίξει ότι οι χώρες προορισμού των μεταναστών θα έπρεπε να αποζημιώνουν τις χώρες καταγωγής, αφού κατά τη γνώμη του δεν αρκούν τα εμβάσματα.
Η ανάλυση του Τσινάνι είναι ασυμβίβαστη και με τη θεωρία σύμφωνα με την οποία οι μετανάστες γεννούν την ανεργία· επ’ αυτού, ο Τσινάνι εξηγεί ότι δεν είναι οι μετανάστες που την προκαλούν, αποδεικνύοντας ότι ο αριθμός των εργαζομένων (και των ανέργων) δεν αποτελεί ένα σταθερό μέγεθος, αλλά δυναμικό, ακριβώς όπως το έβλεπε και ο Μαρξ.
Αλλά αν η φυγή προς μετανάστευση για τον κομμουνιστή Τσινάνι είναι ένα κακό του καπιταλισμού (Το άγος της μετανάστευσης, είναι ο τίτλος του δοκιμίου του), δεν εννοεί την ίδια στιγμή ότι το μπλοκάρισμα της μετανάστευσης είναι ένα σοσιαλιστικό καλό; Όχι. Το εξηγεί ο ίδιος πολύ καλά:
«Οι μεταναστεύσεις για εργασιακούς λόγους όπως συμβαίνουν σήμερα δημιουργούν ανταγωνισμούς και αντιθέσεις εντός της ίδιας της εργατικής τάξης· παρόλο που οι πάντες γνωρίζουν ότι η μετανάστευση δρα αναζωογονητικά στην παραγωγική διαδικασία, στο άνοιγμα της βεντάλιας των παραγωγικών τομέων, επιταχύνοντας τη συνολική ανάπτυξη στις χώρες προορισμού, δεν είναι σπάνιο να ακούγεται ότι ο ξένος εργαζόμενος παίρνει τη δουλειά και το ψωμί του ντόπιου εργάτη.
»Είναι οι ίδιες οι κυρίαρχες τάξεις που από τη μια πλευρά προμοτάρουν τη μετανάστευση και από την άλλη φοβούνται την ενότητα των ντόπιων εργαζόμενων με τους μετανάστες. [Αυτές οι κυρίαρχες τάξεις] είναι που πυροδοτούν τις ξενοφοβικές καμπάνιες, παίρνοντας αφορμή από διάφορες περιστάσεις και τυχαία γεγονότα.
»Για αυτό ακόμα και εντός της Ιταλίας, η εφημερίδα της Φίατ διεξάγει, στο Τορίνο, μια συστηματική καμπάνια ενάντια στο Νότο: όπως και στην Ελβετία, είναι η βιομηχανία Schwarzenbach που βρίσκεται επικεφαλής του ξενοφοβικού κόμματος, που ωθεί ακόμα και στο έγκλημα τους πιο αφελείς και ανόητους ντόπιους εργάτες, σπέρνοντας αθώα θύματα μεταξύ των μεταναστών εργατών».
Σύμφωνα με τον Τσινάνι, και με εμάς, η ξενοφοβία είναι όπλο των αφεντικών που δε στρέφεται ενάντια στις μεταναστευτικές πολιτικές των αφεντικών, αλλά, αντιθέτως, τις συμπληρώνει.
Για ακόμα μια φορά είμαστε μπροστά σε ένα διαλεκτικό σκεπτικό, που επιβάλλει την κατανόηση των αντιφάσεων. Αν είναι αλήθεια ότι τα αφεντικά προσπαθούν να διαχωρίσουν τους εργαζόμενους για να τους εκμεταλλεύονται καλύτερα, είναι αλήθεια, επίσης, ότι η μετανάστευση, από μόνη της, δεν προκαλεί, γενικά, οικονομικά προβλήματα γιατί τείνει να προκαλεί, με μια πρώτη εκτίμηση, μεγέθυνση της οικονομίας, αναλογική με την αύξηση του πληθυσμού:
«Αναλογικά με τον αριθμό των μεταναστών εργαζομένων, αυξάνεται και η παραγωγή σε όλους τους τομείς· αυξάνεται στην αγορά η ζήτηση καταναλωτικών αγαθών, χωρίς αυτό να οδηγεί –εκεί βέβαια που δεν υπάρχει κερδοσκοπία– σε κάποια διατάραξη της οικονομίας της χώρας, αφού ο μετανάστης παράγει πάντα περισσότερο από όσο καταναλώνει, και αυτό αποτελεί την καλύτερη εγγύηση έναντι του πληθωρισμού».
Το ζητούμενο, επομένως, δεν είναι η υπεράσπιση της εθνικής οικονομίας από την απειλή μιας υποτιθέμενης καταστροφικής εισβολής, μιας και τέτοια απειλή δεν υπάρχει και η εθνική οικονομία, πιθανότατα, θα ωφεληθεί από τη συμβολή της εργατικής δύναμης των μεταναστών· το ζητούμενο είναι η υπεράσπιση του βιοτικού επίπεδου των εργατών, των υπαλλήλων και των υπόλοιπων μισθωτών, δηλαδή η απόσπαση μεγαλύτερου μεριδίου εισοδήματος από τα χέρια των αφεντικών. Πώς θα γίνει αυτό; Καταρχήν, ο Τσινάνι αποδομεί το σύνθημα «Πρώτα οι Ιταλοί!» (ή πρώτα οι Γερμανοί, ή πρώτα οι Βέλγοι, ή, όπως στο παράδειγμά του, πρώτα όσοι είναι από την ΕΟΚ):
«Η εργατική δύναμη των μεταναστών θα πρέπει, κατά τη γνώμη μας, να κοστίζει στην
οικονομία που την απασχολεί όσο η ντόπια εργατική δύναμη. Κάθε διάκριση οδηγεί, πράγματι, στην αντίθετη κατεύθυνση και κάθε διαφορά στη μεταχείριση βάζει σε ανταγωνισμό τους εργαζόμενους αναμεταξύ τους, διαλύοντας την ενότητα της αγοράς εργασίας και υπονομεύοντας την ενότητα της τάξης και κάθε προοπτική κοινωνικής προόδου.
»Η μετανάστευση δεν πρέπει να γίνει ο σύγχρονος “βιομηχανικός εφεδρικός στρατός”, με τον οποίο θα εκβιάζεται η ντόπια εργατική τάξη· αν η εργατική δύναμη των μεταναστών κοστίζει λιγότερο και αποφέρει στο κεφάλαιο μεγαλύτερο κέρδος, αντικειμενικά –ακόμα και ασυνείδητα– καθίσταται ανταγωνιστική προς τους ντόπιους εργαζομένους, ξεσηκώνοντας τις μανίες των διακρίσεων, του εξοστρακισμού και της ξενοφοβίας.
»Αυτό πρέπει να αποφευχθεί, και αυτή την αναγκαιότητα πρέπει να αντιληφθεί πάνω απ’ όλα η εργατική τάξη και οι οργανώσεις της, επιβάλλοντας μια πραγματική “ισότητα εργασιακού κόστους”».
Σύμφωνα με τον Τσινάνι, οι μετανάστες δεν είναι εφεδρικός βιομηχανικός στρατός γιατί τα ποσοστά απασχόλησής τους είναι παρόμοια με των ντόπιων. Η εφαρμογή του συνθήματος «Πρώτα οι Ιταλοί!» είναι αυτή που ρισκάρει να τους καταστήσει τέτοιους: όλοι άνεργοι, επομένως, οικονομικά διαχωρισμένοι από την ιθαγενή εργατική τάξη και έτοιμοι να συμπιέσουν τους μισθούς προς τα κάτω. Αντιστρόφως, μια ζωτική ανάγκη για το εργατικό κίνημα είναι η εξίσωση του εργατικού κόστους ντόπιων και μεταναστών, δηλαδή η αύξηση των μισθών των μεταναστών μέχρι τη ισότητα.
Θα μας απαντήσουν ότι είναι ουτοπικό, γιατί οι μετανάστες είναι κακομοίρηδες που ζούνε σε παράγκες, ότι είναι λούμπεν-προλεταριάτο, ότι δεν μπορούν να εξισωθούν. Κι όμως, στην Ιταλία, σήμερα, δεν ισχύει αυτό. Το φανερώνει η κατανομή των εισοδημάτων. Για όποιον δεν διαβάσει αυτά τα δεδομένα, αυτό που λένε είναι ότι οι μισοί από τους εκτός Ε.Ε. εργαζόμενους είναι πιο φτωχοί από τα τρία τέταρτα των Ιταλών. Επομένως, οι άλλοι μισοί κερδίζουν περισσότερα από το πιο φτωχό ένα τέταρτο των Ιταλών. Το ίδιο ισχύει και για ξένους εργαζομένους από την Ε.Ε. (μεταξύ των οποίων, η μεγαλύτερη μειονότητα είναι οι Ρουμάνοι). Αυτή είναι μια καλή είδηση: μας λέει ότι σε γενικές γραμμές, αν και οι μετανάστες κερδίζουν ξεκάθαρα λιγότερα από τον μέσο όρο, δεν υπάρχει μια εθνική διαστρωμάτωση τύπου απαρτχάιντ: οι ξένοι προλετάριοι ανήκουν στην ίδια τάξη με του Ιταλούς προλετάριους, μια τάξη που είναι αρκετά ενοποιημένη από μισθολογική σκοπιά. Διαίρει και βασίλευε; Προσπαθούν, αλλά λίγο τα καταφέρνουν. Βέβαια, και η ισότητα φαίνεται μακρινή, θέλει αγώνα: και συμφέρει όλους (εκτός από τα αφεντικά).
Και τι, ακριβώς, μας λέει ο Τσινάνι για αυτούς σαν τον Ντιέγκο, τους ξενόφοβους της «αριστεράς» που θα ήθελαν να διορθώσουν την «ευαισθητούλικη» γραμμή των κομμάτων της αριστεράς και των συνδικάτων, προωθώντας συνθήματα ενάντια στη μετανάστευση; Ας διαβάσουμε:
«Σήμερα, σε πολλές χώρες, μοιάζουν να έχουν προσβληθεί από την ξενοφοβική λέπρα ακόμα και μεγάλες εργατικές οργανώσεις· κάποια συνδικάτα ταμπουρώνονται στον πιο τυφλό κορπορατισμό, χωρίς να καταφέρνουν, κατά τ’ άλλα, να εγγυηθούν τα βασικά συμφέροντα της ντόπιας εργατικής τάξης, στο όνομα των οποίων συμπαρατάσσονται με τις διακρίσεις σε βάρος των ξένων. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν πολλές αμφιβολίες για την καλή πίστη κάποιων συνδικαλιστικών στελεχών, που αν και γνωρίζουν ότι σε οικονομικό επίπεδο η μετανάστευση επιταχύνει και δίνει ανάσα στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας· αν και γνωρίζουν, επίσης, ότι σε συνδικαλιστικό επίπεδο η στήριξη των μεταναστών εργατών θα μπορούσε να αποτελέσει μια αποφασιστική συνεισφορά στην ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης ολόκληρης της εργατικής τάξης· αν και γνωρίζουν ότι σε πολιτικό επίπεδο, η ενότητα ολόκληρης της εργατικής τάξης μπορεί να αποτελέσει –στην Ελβετία, για παράδειγμα– ένα ισχυρό ανάχωμα ενάντια σε κάθε αντιδημοκρατική και κοινωνική οπισθοδρόμηση· παρόλο που γνωρίζουν όλα αυτά, κάποια συνδικαλιστικά στελέχη παριστάνουν ότι πιστεύουν και οι ίδιοι το παραμύθι του μετανάστη που “κλέβει το ψωμί” του ντόπιου εργάτη και προσυπογράφουν και αυτοί –όπως συνέβη στην Ελβετία– το αντιμεταναστευτικό δημοψήφισμα».
Πηγή


Ο Τσίνανι γράφει μια πολύ ενδιαφέρουσα εποχή, τη δεκαετία του ’70 στη δυτική Ευρώπη: έναν οικονομικό χώρο όπου συνυπάρχουν περιοχές καταγωγής μεταναστών, όπως ο ιταλικός Νότος, περιοχές προορισμού και, τέλος, πιο μεικτές περιοχές, όπως η σημερινή Ιταλία: χώρα καταγωγής (η «φυγή εγκεφάλων» που στην πραγματικότητα είναι, κυρίως, φυγή ιταλικών χεριών στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Αγγλία, τον Καναδά) και, συγχρόνως, προορισμός μεγάλων μεταναστευτικών ροών από την Ανατολική Ευρώπη, την Αφρική, την Ασία, τη Λατινική Αμερική.
Ο Τσινάνι θέτει ορθά το ζήτημα του πώς θα σταματήσει η καταστροφική εξέλιξη του εκπατρισμού, που οδηγεί σε ασφυξία το Νότο, και τη βλέπει σαν τη συνέχεια στη μετααποικιακή εποχή της ιμπεριαλιστικής πολιτικής της κυριαρχίας και καταλήστευσης των φτωχών χωρών και τον πιο καθυστερημένων περιοχών. Και απορρίπτει χωρίς περιστροφές την αντιδραστική ιδέα του μπλοκαρίσματος της μετανάστευσης στις χώρες καταγωγής και του επαναπατρισμού των μεταναστών, που τα θεωρεί άχρηστα και αντιπαραγωγικά. Κάνει έκκληση, αντιθέτως, για το ξεπέρασμα του καπιταλισμού, για τον σοσιαλισμό και για κοινωνικό και πολιτικό αγώνα, βέβαια, και στις χώρες καταγωγής, αλλά και στις χώρες προορισμού:
«Μόνο σε μια ισορροπημένη οικονομία, σχεδιασμένη σύμφωνα με τις κοινωνικές ανάγκες, οι παραγωγικές δυνάμεις αναπτύσσονται συγχρόνως και με τον ίδιο ρυθμό με το οικονομικό σύστημα, και σε αυτή την κατάσταση δεν θα χρειάζεται ούτε να φεύγουν ούτε να έρχονται μετανάστες. Αλλά κάτω από την κυριαρχία του κεφαλαίου, με το βάθεμα της ανισόμετρης ανάπτυξης και των γεωγραφικών ανισορροπιών, εντείνεται και το ξεζούμισμα της εργατικής δύναμης, για την οποία η προοπτική του αγώνα για επιστροφή και μόνο δεν μας φαίνεται ικανοποιητική: ένας τέτοιος αγώνας θέτει τα αιτήματα του και στοχεύει με τη δράση του μόνο προς την κυβέρνηση της χώρας καταγωγής, αλλά αφοπλίζει τους μετανάστες απέναντι στο σύστημα που τους εκμεταλλεύεται καθημερινά και απέναντι στην ιμπεριαλιστική πολιτική που γεννά την υπανάπτυξη των χωρών καταγωγής.
»Επομένως, στην προοπτική της «επιστροφής», η οποία προκαλεί ιδιαίτερη ευαισθησία σε κάθε μετανάστη, πρέπει να συμπαραθέσουμε και αυτή της λεγόμενης «αποζημίωσης», δηλαδή την πραγματική εξίσωση του κόστους –για την οικονομία που την απασχολεί– της εργατικής δύναμης των μεταναστών και των ντόπιων.
»Αυτό προκύπτει από την συστηματική ανάλυση του φαινομένου, αλλά, κυρίως, αντιπροσωπεύει μια βασική ανάγκη για τη διατήρηση της ενότητας της εργατικής τάξης».

Το 2016 ο Ροντόλφο Ρίτσι [Rodolfo Ricci] επιμελήθηκε την έκδοση μιας συλλογής κειμένων του
Τσινάνι που αποτελούν πολύτιμα αναλυτικά εργαλεία προκειμένου να κατανοήσουμε πώς τίθονταν το ζήτημα στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Η συλλογή κειμένων σε pdf κυκλοφορεί ελεύθερα εδώ.

Μπορούμε να πούμε, μετά από αυτή την πολύ γρήγορη περατζάδα, ότι από το δεύτερο μισό του 19ου αι., όπως και για όλο τον 20ο αι., όλοι οι οξυδερκείς κομμουνιστές θεωρητικοί κράτησαν μια παρόμοια γραμμή στο ζήτημα της μετανάστευσης.
Αυτή η γραμμή είναι το ακριβώς αντίθετο από αυτά που κηρύττουν ο Ντιέγκο και οι όμοιοί του.
Αυτή η γραμμή ήταν πάντα αντιρατσιστική, no border, διεθνιστική, υπέρ της ενότητας της εργατικής τάξης.
Αν κάποιοι δεν μπορούν να το χωνέψουν, είναι δικός τους πρόβλημα· ελπίζουμε όμως ότι μετά από αυτό το κείμενο θα σταματήσουν το κρυφτούλι.

10. Υστερόγραφο

Σε αυτό το κείμενο μιλήσαμε γενικά για μετανάστες, όχι για τους λεγόμενους πρόσφυγες. Οι μετανάστες που ζουν στην Ιταλία είναι, κατά κύριο λόγο, νόμιμοι μετανάστες (το 8% του πληθυσμού).
Μια σημαντική μειοψηφία (ένας μετανάστης στους δέκα) αποτελείται από παράνομους, δηλαδή από μετανάστες χωρίς χαρτιά. Πολλοί από αυτούς, αργά ή γρήγορα, θα νομιμοποιηθούν και, αντίστροφα, νόμιμοι μετανάστες μπορεί να απολέσουν την άδεια παραμονής και να γίνουν παράνομοι.
Οι παράνομοι δεν αποτελούν κάποια ράτσα ειδική: είναι απλώς άνθρωποι που τους μεταχειρίζονται σαν παρείσακτους λόγω άδικων (και ανεφάρμοστων) γραφειοκρατικών κανόνων. Οι «πρόσφυγες» είναι ακόμα πιο μικρό κομμάτι (λιγότερο από το 1% του πληθυσμού) για τους οποίους γίνεται δυσανάλογη συζήτηση για πολιτικούς λόγους.
Ο Ντιέγκο συχνά συγχέει αυτές τις κατηγορίες και θεωρεί ότι στην Ιταλία εκατομμύρια μετανάστες μένουν σε ξενοδοχειάρες των 35 ευρώ τη μέρα. Ας προσπαθήσουμε να μην είμαστε τόσο ανόητοι όσο ο Ντιέγκο.

Trailer
Ο Καρλ Μαρξ ήταν μετανάστης και πρόσφυγας με ρίζες γερμανικές, ολλανδικές και εβραϊκές.
Έφυγε για τη Γαλλία το 1843, από όπου απελάθηκε ύστερα από πιέσεις της Πρωσίας το 1845. Βρήκε καταφύγιο στο Βέλγιο. Συνελήφθη και απελάθηκε από το Βέλγιο το 1848. Επέστρεψε στη Γαλλία και στη Γερμανία με το ξέσπασμα της επανάστασης και απελάθηκε και πάλι στη Γαλλία, αλλά ούτε η Γαλλία του έδωσε άσυλο. Κατέληξε έτσι πρόσφυγας στο Λονδίνο.


Ο Βλαντιμίρ Ίλιτς Ουλιάνοφ, γνωστός και ως Λένιν, ήταν μετανάστης και πρόσφυγας με ρίζες (από ό,τι φαίνεται) ρώσικες, γερμανικές, σουηδικές και εβραϊκές. Το 1900 μετανάστευσε στην Ελβετία και μετά στη Γερμανία. Το 1902 ξέφυγε από τη βαυαρέζικη αστυνομία και πήγε στο Λονδίνο. Επέστρεψε στη Ρωσία μετά την επανάσταση του 1905, από όπου χρειάστηκε να ξαναφύγει ως πρόσφυγας το 1907, επιστρέφοντας στην Ελβετία και μετά στη Γαλλία και για ένα σύντομο διάστημα στο Λονδίνο. Κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου έζησε ως μετανάστης σε μια πολωνική σήμερα περιοχή της Αυστροουγγαρίας και στην Ελβετία, χωρίς να μπορέσει να επιστρέψει στη Ρωσία, όπως είναι γνωστό, μέχρι το 1917.

Σχετικά με τις συνθήκες εργασίας στο Άγκρο Ποντίνο και τις απεργίες των Ινδών εργατών γης, προτείνουμε την ταινία The Harvest, σε σκηνοθεσία Αντρέα Πάκο Μαριάνι [Andrea Paco Mariani].

Το κείμενο «Ταξική πάλη» μουρμούρισε το φάντασμα αφιερώνεται στον Σουμαΐλα Σάκο [Soumaila Sacko], συνδικαλιστή του σωματείου βάσης USB, που δολοφονήθηκε στο Σαν Καλότζερο στις 2 Ιούλη 2018.

         Ένας μετανάστης/ Ενας εργάτης γης/ Ένας εκμεταλλευόμενος/ Ένας συνδικαλιστής  αγωνιστής/ Ένας αδερφός/ ...Ένας Άνθρωπος 
          Σουμαΐλα Σάκο 
        ΕΝΑΣ ΑΠΌ ΜΑΣ


Μάουρο Βανέτι γεννήθηκε το 1979 και ζει στην Παβία της Ιταλίας. Είναι προγραμματιστής. Είναι μέλος της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης [Tendenza Marxista Internazionale].

Σημειώσεις:
i Η επωνυμία της εταιρείας με κύριο αντικείμενο την κλωστοϋφαντουργία που ίδρυσε ο πατέρας του Φρίντριχ Ένγκελς με τον συνέταιρό του, Πίτερ Έρμεν [Peter Ermen]. (Σ.τ.Μ.)
 ii Πόλη της κεντρικής Ιταλίας, στην περιφέρεια του Λάτσιο. Βρίσκεται 62 χλμ. μακριά από τη Ρώμη, στην πεδιάδα του Άγκρο Ποντίνο. Ιδρύθηκε το 1932 από τον Μουσολίνι με το όνομα Λιτόρια, που παρέπεμπε στο φασιστικό σύμβολο, Φάσιο Λιτόριο. Θεωρείται σύμβολο της φασιστικής αρχιτεκτονικής και αισθητικής. Το 1946, στο πλαίσιο μιας σχετικής αποφασιστικοποίησης, ονομάστηκε Λατίνα. (Σ.τ.Μ.)
  iii Ο Νόμος Μπόσι-Φίνι τέθηκε σε ισχύ στις 10 Σεπτέμβρη 2002, στο πλαίσιο της δεύτερης κυβέρνησης Μπερλουσκόνι. Οι δύο ακροδεξιοί αρχηγοί κομμάτων συμμετείχαν ως υπουργοί στην κυβέρνηση: ο Ουμπέρτο Μπόσι (Λίγκα του Βορρά - Lega Nord) ήταν Υπουργός Μεταρρυθμίσεων και ο Τζιανφράνκο Φίνι (Εθνική Συμμαχία - Alleanza Nazionale) αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. (Σ.τ.Μ.)
  iv «Δεν ήταν λίγες οι φωνές, όπως π.χ. του Γερμανού σοσιαλδημοκράτη Ε. Ντάβιντ, που εκθείαζαν την αποικιοκρατία ως “αναπόσπαστο κομμάτι των γενικών εκπολιτιστικών σκοπών του σοσιαλιστικού κινήματος!”. Άλλοι, όπως ο Χ. Βαν Κολ (Ολλανδία), ο Ε. Μπερνστάιν (Γερμανία), ο Ρ. ΜακΝτόναλντ (Βρετανία) ή ο Α. Ρουανέ (Γαλλία), διατηρούσαν παρόμοιες απόψεις, ισχυριζόμενοι πως η αποικιοκρατία ήταν απλά κάτι το φυσιολογικό (“όσο θα υπάρχει η ανθρωπότητα θα υπάρχουν και αποικίες”) και πως, αν ο “πολιτισμένος κόσμος” (δηλαδή οι αποικιοκράτες εκμεταλλευτές) αποσυρόταν από τις αποικίες, εκείνες θα “διολίσθαιναν” πίσω στη βαρβαρότητα». Αναστάσης Γκίκας, Διδάγματα για την εργατική τάξη και το επαναστατικό κίνημά της, Ριζοσπάστης, 13/8/2015. (Διαθέσιμο εδώ: https://www.rizospastis.gr/story.do?id=8032601, τελευταία πρόσβαση, 30/7/2019) (Σ.τ.Μ.)
 v Β. Ι. Λένιν, Το Διεθνές Σοσιαλιστικό Συνέδριο της Στουτγάρδης, στο Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τομ. 16, σελ. 74, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1978. (Σ.τ.Μ.)
 vi Β.Ι. Λένιν, ο.π., σελ. 77. (Σ.τ.Μ.)
 viii Β. Ι. Λένιν, Προς τον Γραμματέα του «Συνδέσμου Σοσιαλιστικής Προπαγάνδας», στο Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τομ. 27, σελ. 76, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1980. (Σ.τ.Μ.)
 ix Στο ίδιο κείμενο, λίγο παραπάνω, ο Λένιν αναφέρει ότι «[“τζίνγκο-σοσιαλιστές”] αποκαλούμε τους “σοσιαλιστές” που είναι σήμερα [1915] υπέρ του αμυντικού πολέμου». Β.Ι. Λένιν, ο.π., σελ. 74. (Σ.τ.Μ.)
 x Β. Ι. Λένιν, Ο Καπιταλισμός και η μετανάστευση των εργατών», στο Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τομ. 24, σελ. 90, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1979. (Σ.τ.Μ.)
 xi Η συλλογικότητα Nicoletta Bourbaki είναι μια ομάδα εργασίας σχετικά με τον ιστορικό αναθεωρητισμό στο διαδίκτυο, τα fake news που κυκλοφορούν για την ιστορία και τις νεοφασιστικές ιδέες, που γεννήθηκε το 2012 κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης στο Giap, το μπλογκ της συγγραφικής συλλογικότητας Wu Ming. Συμμετέχουν ιστορικοί, ερευνητές, συγγραφείς, ακτιβιστές και απλοί ιστοριοδίφες. Το όνομα παραπέμπει στη συλλογικότητα μαθηματικών που έγινε γνωστή με τον ψευδώνυμο «Nicolas Bourbaki» και έδρασε στη Γαλλία στις αρχές της δεκαετίας του 1930 και του 1980. (Σ.τ.Μ.)
 xii Ακόμα ένα παράδειγμα ακροδεξιάς προπαγάνδας με fake news: στη διάρκεια της τελευταίας προεκλογικής εκστρατείας στην Ιταλία διαδόθηκαν από μέσα της δεξιάς και έγιναν viral διάφορα memes με τη φωτογραφία του Παζολίνι που τη συνόδευαν διάφορα τσιτάτα που υποτίθεται ανήκαν στον ίδιο· τις περισσότερες φορές οι άξιοι και ηθικοί δεξιοί εγκέφαλοι απλά παρέθεσαν λόγια που δεν είπε ποτέ ο Παζολίνι. Μια τέτοια περίπτωση είναι και ένα υποτιθέμενο απόσπασμα από μια επιστολή του προς τον Μοράβια, που ξεκινάει με τη φράση «Βλέπεις, αγαπητέ Αλμπέρτο…» [“Vedi, caro Alberto…”]· εδώ ο Παζολίνι ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει φασιστικός κίνδυνος και ο αντιφασισμός, απλώς, αποπροσανατολίζει τους φοιτητές και τους εργάτες. Με μια μικρή λεπτομέρεια: το συγκεκριμένος απόσπασμα δε βρέθηκε ποτέ στα γραπτά του Παζολίνι, πρόκειται για καραμπινάτη παπάντζα. Ωστόσο, υπάρχει μια άλλη περίπτωση που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον μιας και αποτελεί υπόδειγμα fake news και συμπυκνώνει διάφορες τεχνικές παραπληροφόρησης και δεξιάς μπουρδολογίας. Σε ένα άρθρο του με τίτλο «Ας ανοίξουμε τη συζήτηση για την υπόθεση Πανέλα» [«Apriamo un dibattito sul caso Panella», Corriere della Sera, 16/7/1974], ο Παζολίνι υποτίθεται ότι αναφέρεται στον «φασισμό των αντιφασιστών». Αντιλαμβάνεστε την ευτυχία των ακροδεξιών που το παίζουν θύματα αλλά και των ακροκεντρώων που θεώρησαν ότι βρήκαν ακόμα έναν ιστορικό σύμμαχο στον αγώνα τους ενάντια «στα δύο άκρα». Πρόκειται για κάπως πιο «πονηρή» και λιγότερο εύκολη στον εντοπισμό μαμουνιά: καταρχήν η φράση δε βρίσκεται πουθενά στο κείμενο, παρατίθεται σαν τίτλος που «φορέθηκε» εκ των υστέρων από τους ακροδεξιούς. Στο κείμενο ο Παζολίνι, όντως, καταφέρεται ενάντια στους υποτιθέμενους «αντιφασίστες», αλλά, αν διαβάσουμε ολόκληρο το κείμενο, καταλαβαίνουμε ξεκάθαρα ότι με τον όρο «αντιφασίστες» δεν αναφέρεται στο αντιφασιστικό κίνημα, αλλά σε κάποιους θεσμικούς παράγοντες, όπως την κυβέρνηση, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Τζοβάνι Λεόνε [Giovanni Leone], την δημόσια ραδιοτηλεόραση (RAI), την Επιτροπή Υγείας της Βουλής. Γενικά, τα βάζει με τη Χριστιανική Δημοκρατία (Democrazia Cristiana) και τους κυβερνητικούς συμμάχους της, όλους αυτούς τους και καλά «αντιφασίστες» που είχαν δείξει ιδιαίτερη σκληρότητα και κυνισμό κατά την απεργία πείνας του Μάρκο Πανέλα [Marco Panella], πολιτικού και ακτιβιστή του Ριζοσπαστικού Κόμματος [Partito Radicale]. Αναλυτικά για την περίπτωση της παραχάραξης του λόγου του Παζολίνι και του τρόπου με τον οποίο στήνονται τα fake news στην υπηρεσία του ιστορικού αναθεωρητισμού, στο άρθρο του Wu Ming 1, στο Internazionale.
 xiii Β.Ι. Λένιν, ο.π., σελ. 93. (Σ.τ.Μ.)
 xiv Β.Ι. Λένιν, ο.π., σελ. 92. (Σ.τ.Μ.)
 xv Β. Ι. Λένιν, Ο Ιμπεριαλισμός Ανώτατο Στάδιο του Καπιταλισμού, σελ. 123-124, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2015. (Σ.τ.Μ.)
 xvi Το πρώτο σοβιετικό Σύνταγμα – 1918, Εργατική Εξουσία – Αρχείο. 16/8/2007 (Διαθέσιμο εδώ: https://kseeath.wordpress.com/2007/08/16/%CF%84%CE%BF-%CF%80%CF%81%CF%8E%CF%84%CE%BF-%CF%83%CE%BF%CE%B2%CE%B9%CE%B5%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CF%83%CF%8D%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%B3%CE%BC%CE%B1-1918/, τελευταία πρόσβαση, 30/7/2019). (Σ.τ.Μ.)
 xvii Casapound: νεοφασιστική πολιτική οργάνωση. Ξεκίνησε ως έκφραση του «εναλλακτικού-αυτόνομου» φασισμού. Άλλωστε, από το όνομα προκύπτει και η επιρροή του Έζρα Πάουντ [Ezra Pound], Αμερικάνου ποιητή και ειδώλου όποιου φασίστα αντεροβγάλτη θέλει να το παίξει «εντάξει, σφάζω μετανάστες, αδερφές και αναρχοκομμούνια, αλλά άμα λάχει, διαβάζω και καμιά ποίηση να ’ούμε…». Έχει στην γκάμα της την πρακτική της κατάληψης και προσπαθεί να αντιγράψει πρακτικές (μόνο στη μορφή, εννοείται) της Αυτονομίας και των Κοινωνιών Κέντρων. Τα τελευταία χρόνια δείχνει τάσεις «κανονικοποίησης»· χαρακτηριστικό το ότι κατέβηκε στις τελευταίες εκλογές, αλλά παρά τις πολύ υψηλές προσδοκίες και το προκλητικό αβαντάρισμα από διάφορα ΜΜΕ μαζικής απεύθυνσης, πήρε μόλις 312.392 ψήφους (0,9%). Παρά τα «νομιμόφρονα» λίφτινγκ παραμένει, μαζί με την «αδελφή» της Χρυσής Αυγής, Φόρτσα Νουόβα [Forza Nuova], ο κύριος φορέας της ακροδεξιάς βίας και προπαγάνδας. Έχει εκλέξει δημοτικούς συμβούλους σε πολλές πόλεις της Ιταλίας. (Σ.τ.Μ.)
 xviii Il Primato Nazionale: σε ελεύθερη απόδοση, Πρώτα το Έθνος. Ιντερνετική εφημερίδα-όργανο της Casapound. (Σ.τ.Μ.)
 xix Καμεράτα [Camerata]: προσφώνηση μεταξύ φασιστών, το αντίστοιχο του «σύντροφος» των αριστερών. Κυριολεκτικά, σημαίνει «θαλαμίτης», αυτός με τον οποίον μοιράζεσαι τον στρατιωτικό θάλαμο. (Σ.τ.Μ.)
  xx [Dux] Νobis: φασιστικός χαιρετισμός, Ο Ντούτσε μαζί μας. (Σ.τ.Μ.)
  Σύστημα που ουσιαστικά προέβλεπε τη θέση του δούλου για τους εργαζόμενους, αλλά με τη δική τους συναίνεση και την υπογραφή ανάλογης σύμβασης. Το τι σημαίνει βέβαια σε αυτές τις περιπτώσεις «συναίνεση» μπορούμε πολύ εύκολα να φανταστούμε. (Σ.τ.Μ.)
  xxi Theses on the Eastern Question, Fourth Congress of the Communist International, 5 December 1922. (Διαθέσιμο στα αγγλικά εδώ: https://www.marxists.org/history/international/comintern/4th-congress/eastern-question.htm, τελευταία πρόσβαση, 30/7/2019). (Σ.τ.Μ.)
  xxii Federazione italiana dei lavoratori emigrati e famiglie, [FILEF]: Οργάνωση με παρουσία στην Ιταλία και σε όλο τον κόσμο. Εκτός από τους Λέβι και Τσινάνι, στην ίδρυσή της συμμετείχαν διανοούμενοι, καλλιτέχνες, κοινωνικοί και πολιτικοί αγωνιστές. Σύμφωνα με την παρουσίαση στο επίσημο σάιτ της, μετρούσε εκατοντάδες χιλιάδες μέλη που για πρώτη φορά στην ιταλική ιστορία εκπροσώπησαν τους εαυτούς τους και έθεσαν τα προβλήματα της δουλειάς και της ζωής τους προτείνοντας λύσεις ενωτικές και ποτέ συντεχνιακές. Πηγή: www.filef.org (τελευταία πρόσβαση, 30/7/2019) (Σ.τ.Μ.)



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο